Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

αἰθήρ

Ἐκ Χάεος δ᾽ Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο· Νυκτὸς δ᾽ αὖτ᾽ Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο.

Ησιόδου, Θεογονία




 
  Πάλι στέκομαι μόνη και σε συλλογίζομαι. Τα μάτια μου στραμμένα στο κενό- θυμάμαι θύμησες ανύπαρκτες. Στιγμές που σχεδόν συνέβησαν... Γι' αυτό σ' αγαπώ. Γιατί σκεπτόμενη εσένα, μπορώ κι αναπωλώ τα μελλούμενα.
             Κρυφά από 'σένα.
             Κρυφά απ' όλους.
             Κρυφά κι από μένα ακόμα.
Η συνείδηση της σκέψης σου σε διώχνει μακριά. Τινάζω το κεφάλι για ν' αποτινάξω και το τελευταίο Όνειρο... "Σε μια ταράτσα οι δυό μας. Τα μάτια του τεράστια στο φως του φεγγαριού."
   Οι πορείες μας πάντοτε παράλληλες κι αν χωρίζαμε, ήταν μόνο για λίγο. Πάντα δικός μου θα μπορούσες να 'σαι. Κι όμως, δε θα γίνεις ποτέ. Μη μου φύγεις.
 
 
 
Κι όταν τα ξανθά μαλλιά μου ασπρίσουνε, τότε ίσως έρθω να σε βρω και να σου πω. Τότε ίσως γίνεις δικός μου, επιτέλους.
 
 
 
 
 
Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ

Είναι όρθια πάνω στα ματόκλαδά μου

και τα μαλλιά της είναι μέσα στα δικά μου

έχει το σχήμα των χεριών μου

έχει το χρώμα των ματιών μου

καταποντίζεται μες στον ίσκιο μου

όπως μια πέτρα στον ουρανό



Αυτή έχει πάντοτε τα μάτια ανοιχτά

και δεν μ αφήνει να κοιμηθώ

Τα όνειρά της πλημμυρισμένα φως

κάνουν να εξατμίζονται οι ήλιοι

με κάνει και γελάω , κλαίω και γελάω

μιλάω χωρίς να έχω τίποτα να πω





ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΗ (αποσπασματα)



Ι

Στην ψηλή φωνή

Ευκίνητα ο έρωτας άναβε

με τοσες ακτινοβολίες λαμπερές

που μες στη λειτουργία του εγκεφάλου

αρνιόταν όλες τις ομολογίες



Στην ψηλή φωνή

όλοι οι κόρακες του αίματος θα σκεπάσουν

την μνήμη άλλων γεννήσεων

έπειτα θα ξαναχύσουν μες στο φως

το μέλλον συνθλιμένο από φιλιά



Απίστευτη αδικία μου μόνη ύπαρξη είναι ο κόσμος

ο έρωτας διαλέγει τον έρωτα χωρίς να αλλάζει πρόσωπο



ΙΙ

Τα μάτια της είναι πύργοι φωτισμένοι

κάτω απ΄το γυμνό της μέτωπο



Στο διάφανο λουλούδι

οι γυρισμοί της σκέψης

ακυρωνουν τις λέξεις που είναι κούφιες



Αυτή διαλύει όλες τις εικόνες

θαμπώνει τον έρωτα και τους δύστροπους ίσκιους του

αυτή αγαπάει - αγαπάει να ξεχαστεί



ΙV



Σου λεγα για τα σύννεφα

σου λεγα για το δέντρο το θαλασσινό

για κάθε κύμα για τα πουλιά στη φυλλωσιά

για τα χαλίκια το θόρυβο

για τα οικογενειακα χέρια

για το μάτι που γίνεται πρόσωπο ή τοπίο

και ο ύπνος του γυρίζει το χρώμα τ ουρανού

για όλη τη νοτισμένη νύχτα

για τη σκισμή του δρόμου

για το ανοιχτό παράθυρο για ένα ξέσκεπο μέτωπο

σου λεγα για τις σκέψεις για τις λέξεις σου

παραχαιδεμένη όλη η εμπιστοσύνη ξαναζεί



V



Περισσότερα ήταν ένα φιλί

λιγότερο τα χέρια πάνω στα μάτια

το φωτοστεφανο του φωτός

τα χείλη του ορίζοντα

και οι ανεμοστρόβιλοι του αίματος

που παραδινόταν η σιωπή



VIII



Αγάπη μου για να φουντώσουν οι πόθοι μου

βάλε τα χείλη σου στον ουρανό τις λέξεις σου σαν αστρο

τα φιλιά σου μες στη νύχτα φλογερά

και σφίξε τα μπράτσα σου γύρω μου

όπως μια φλόγα στο σημείο που λμπαδιάζει

τα όνειρά μου είναι στον κόσμο

καθαρά και διαιωνισμένα



Κι όταν δεν έισαι δίπλα μου


ονειρεύομαι ότι κοιμάμαι , ονειρεύομαι ότι ονειρεύομαι



XIV



Ο ύπνος έχει πάρει τ αποτύπωμά σου

και το χρώμα από τα μάτια σου



XV



Ακουμπάει πάνω μου

η καρδιά αγνοεί

που κοιτάζει πόσο την αγαπώ

αυτή έχει εμπιστοσύνη αυτή ξέχασε

τα σύννεφα κάτω από τα ματόκλαδά της

το κεφάλι της αποκοιμισμένο στα χέρια μου

που είμαστε εμείς

μαζί αχώριστοι

ζωντανοί , ζωντανοί

ζωντανός ζωντανή

και το κεφάλι μου κυλάει στα όνειρά της



ΧΧ



Την αυγή σ αγαπώ σε έιχα όλη νύχτα μες στις φλέβες

όλη τη νύχτα σε κοιτούσα

σε έιχα όλη ψηλαφίσει είμαι σίγουρος των σκοταδιών

αυτά μου δίνουν τη δύναμη

που σ αγκαλιάζω

που σε κουναω ποθώντας τη ζωη

στο στήθος μου τ ακίνητο

τη δύναμη που σε σηκώνω

που ελευθερώνεσαι που χάνεσαι

φλόγα αθέατη μες στην ημέρα



Αν εσύ φύγεις η πόρτα ανοίγει πάνω στη μέρα

αν εσύ φυγεις η πόρτα ανοίγει πάνω σε μένα



ΧΧΙ



Τα μάτια της ξαναχύνουν το φως

και το φως τη σιωπή

για να μην ξαναγνωριστούν

να ξαναζήσουν στην αφάνεια

(Πωλ Ελιάρ)


Ναταλία Κ. 

1 σχόλιο: